Γιατί να κάνω ψυχοθεραπεία, αφού έχω φίλους για να μιλήσω;

Πολύ συχνά ακούμε ανθρώπους να αναρωτιούνται για ποιο λόγο να μπουν σε μία ψυχοθεραπευτική διαδικασία και να μιλήσουν με κάποιον «ξένο» αφού, όπως λένε οι ίδιοι, έχουν φίλους που τους αγαπούν και θα τους ακούσουν με προσοχή. Και ναι, μέχρι ένα σημείο ίσως η σκέψη του μοιράσματος ενός προβλήματος με έναν αγαπημένο άνθρωπο να είναι πιο ασφαλής από την αναζήτηση ενός θεραπευτή. Είναι όμως το ίδιο;

Να έχετε πάντα στο νου σας ότι οι κοινωνικές, φιλικές και οικογενειακές σχέσεις μεταβάλλονται με την πάροδο του χρόνου…

Πριν από 50 χρόνια τα αστικά κέντρα της Ελλάδας είχαν μία άλλη, πολύ διαφορετική μορφή. Οι γειτονιές, οι κοινότητες, οι ρόλοι και οι σχέσεις των ανθρώπων ήταν διαφορετικές. Με την αστικοποίηση, τα σπίτια άλλαξαν, οι αυλές χάθηκαν, οι άνθρωποι κλείστηκαν στα διαμερίσματα και έχασαν τν ρόλο τους στην κοινότητα. Ταυτόχρονα, η κοινωνία εξελισσόμενη αυξάνει την πολυπλοκότητά της δημιουργώντας κραδασμούς και κρίσεις σε κοινωνικό, οικογενειακό, προσωπικό ακόμα και βιολογικό επίπεδο μέσα από τα ψυχοσωματικά συμπτώματα. Οι αλλαγές αυτές, σε συνδυασμό με την απουσία του σημείου αναφοράς που χάθηκε στο χρόνο, οδηγούν αναπόφευκτα στην έλλειψη αυτοοργάνωσης και μοιραία στην εκ νέου αναζήτηση ταυτότητας και νοήματος της ζωής

Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας καλούνται να απαντήσουν σε αιτήματα που δεν αφορούν αμιγώς και αποκλειστικά ψυχικές νόσους. Αντίθετα, πληθαίνουν τα αιτήματα για διαταραγμένες σχέσεις, προσωπικές δυσκολίες, οικογενειακά προβλήματα, επαγγελματικά διλήμματα, αιτήματα που αφορούν την βαθύτερη κατανόηση του εαυτού. Έτσι λοιπόν, η ψυχοθεραπεία καλείται να απαντήσει στις κοινωνικές αλλαγές που φέρνουν τους ανθρώπους πιο κοντά σε τέτοιες αναζητήσεις. Ως εκ τούτου, η ψυχοθεραπευτική διεργασία στο στάδιο της αναζήτησης έρχεται να προλάβει την ενδεχόμενη εμφάνιση ψυχικού συμπτώματος.

Γιατί λοιπόν σε έναν ψυχοθεραπευτή και όχι σε έναν φίλο;

Πριν απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, θα πρέπει να θέσουμε ένα πλαίσιο για την ψυχοθεραπεία. Η ψυχοθεραπεία αποτελεί μία μέθοδο παρέμβασης που βασίζεται στις επιστήμες της ψυχολογίας και της ψυχιατρικής. Παράλληλα, παίρνει στοιχεία από την φιλοσοφία, την κοινωνιολογία, την ανθρωπολογία και άλλες επιστήμες που έχουν στο κέντρο τον άνθρωπο. Εφαρμόζεται μέσα από τον λόγο, την συζήτηση, το διάλογο με τον θεραπευτή. Η φύση της λοιπόν, αν και ενέχει τη συζήτηση εν τούτοις αυτή παραμένει και το μόνο κοινό σημείο με μία κοινωνική ή φιλική συζήτηση. Με άλλα λόγια, αυτό που κάνει την ψυχοθεραπεία να δουλεύει – πέρα από την επιστημονική κατάρτιση του ίδιου του θεραπευτή – είναι η μη φιλική σχέση του με τον θεραπευόμενο.

Αδιαμφισβήτητα, η δημιουργία και διατήρηση ενός κοινωνικού/ φιλικού δικτύου αποτελεί ευεργετικό παράγοντα για την ψυχική υγεία του ανθρώπου. Απαιτεί κοινωνικές και ψυχολογικές δεξιότητες και λειτουργεί ως στρώμα ασφαλείας για τις δυσκολίες που καλούνται οι άνθρωποι να αντιμετωπίσουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Ωστόσο, η φύση ακόμα και της ιδανικής φιλίας δε θα αποτελούσε εύφορο έδαφος για την επεξεργασία των ζητημάτων που πραγματεύεται κανείς ψυχοθεραπευτικά. Ακόμα και ο πιο καλός φίλος, δε μπορεί παρά να συμμετέχει στις συζητήσεις μέσα από την προβολή προσωπικών βιωμάτων και σκέψεων παρέχοντας συμβουλές δοκιμασμένες στις δικές του σχέσεις.

Σε μία ψυχοθεραπευτική συνεργασία, στόχο δεν αποτελεί η παροχή συμβουλών και μαγικών λύσεων. Αντίθετα, ο θεραπευτής μέσα από μία οριοθετημένη θεραπευτική σχέση ακούει, κατανοεί, εμπεριέχει και καθρεφτίζει τα συναισθήματα και μοτίβα του θεραπευόμενου. Μία τέτοια διαδικασία εν τη γενέσει της δεν μπορεί να υπάρξει μεταξύ φίλων ή συγγενών.

Ο θεραπευτής φροντίζει η θεραπευτική σχέση να μένει ως έχει, δηλαδή θεραπευτική.

Και εδώ η μαγική έννοια των ορίων είναι καθοριστική. Η σχέση θεραπευτή – θεραπευόμενου ορίζεται από το θεραπευτικό συμβόλαιο, στο οποίο τίθεται το πλαίσιο της συνεργασίας, ο χώρος, ο χρόνος, η διάρκεια, το κόστος και η φύση της σχέσης. Μία τέτοια διαδικασία διαφυλάττει σημαντικά στοιχεία της θεραπείας όπως η αποδοχή του θεραπευόμενου, η εμπιστοσύνη και το απόρρητο. Ο θεραπευόμενος δεν γνωρίζει προσωπικές πληροφορίες του θεραπευτή του. Αυτό τον βοηθά να μπορεί να προβάλει πάνω στον θεραπευτή άφοβα το συναίσθημα γνωρίζοντας ότι μία τέτοια προβολή δεν θα επηρεάσει τη ζωή του θεραπευτή. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει σε άλλες κοινωνικές σχέσεις.

Επιπλέον, η ψυχοθεραπεία είναι ακριβώς αυτή η διαδικασία που ο άνθρωπος καλείται να αγγίζει βιώματα, συναισθήματα βαθιά κρυμμένα, να βουτήξει εσωτερικά και να έρθει ενώπιος ενωπίω με σημαντικές συνειδητοποιήσεις για τον εαυτό και τους αγαπημένους του ανθρώπους. Πρόκειται για μία διαδικασία δύσκολη, που απαιτεί από το θεραπευτή, χειρουργικής ακρίβειας, κινήσεις και πάνω από όλα διαφύλαξη της ασφάλειας της σχέσης. Σε μία φιλική ή συγγενική σχέση μία τέτοια βουτιά είναι ακατόρθωτη, αφού οι σημαντικοί, για το πρόσωπο σε θεραπεία, άνθρωποι αποτελούν μέρος της βουτιάς αυτής. Επιπλέον, η συνθήκη της ψυχοθεραπείας δίνει την ευκαιρία στον θεραπευόμενο να «προβάρει» μοτίβα επικοινωνίας χωρίς την διακύβευση των σημαντικών, για αυτόν, σχέσεων.

Η αναζήτηση βοήθειας μέσω της ψυχοθεραπείας στον 21ο αιώνα οφείλει να αποκτήσει τις διαστάσεις που της αξίζουν. Η ενεργοποίηση των ανθρώπων για αναζήτηση βοήθειας και φροντίδας εαυτού αποτελεί δείκτη υγείας. Οι «ασθενείς» – όπως συνήθιζαν να ονομάζονται τα προηγούμενα χρόνια – καταρρίπτουν τον ίδιο τον όρο αφού όχι μόνο δεν υπολείπονται σθένους αλλά προχωρούν πέρα από την απλή επιβίωση στην αντιμετώπιση και διεκδίκηση της ζωής που αξίζουν.

Όπως πρόσφατα τόνισε και ο μεγάλος Λατίνος ψυχαναλυτής Χ. Μπουκάι:

Πιστεύω στην ψυχοθεραπεία για υγιείς, όχι για να θεραπευτούν κάποια προβλήματα, αλλά για να βοηθηθούν κάποιοι υγιείς άνθρωποι να ωριμάσουν. Όχι για να γίνουν καλά, αλλά για να μάθουν να ζουν καλύτερα.

Δημοσιεύτηκε αρχικά στο: https://www.psychology.gr/arthra-psychologias.html

https://toperiodikomou.gr

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ